Για την κατάσταση και τις προοπτικές της αριστεράς.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΑΡΙΣΤΕΡΑ Νο 212, 9.2.2007 με τον τίτλο: «Προυπόθεση η νέα επαναστατική θεωρία»

Τα πολιτικά κόμματα, είναι ιστορικά μορφώματα, που προκύπτουν ως εκφράσεις κοινωνικών αναγκών, συμφερόντων και συσχετισμών δυνάμεων σε συγκεκριμένες συγκυρίες. Κόμματα που κάποτε μορφοποιήθηκαν ως επαναστατικοί πολιτικοί φορείς, δεν σημαίνει ότι διατηρούν αυτές τις ιδιότητες εσαεί. Η ιστορική πορεία του βαθμιαίου εκφυλισμού και της σταδιακής πολυεπίπεδης ενσωμάτωσης στις δομές του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, αρχικά των κομμάτων της Β΄ Διεθνούς, στη συνέχεια δε και αυτών της Γ΄ (αλλά και της Δ΄) Διεθνούς και των ποικίλων παραφυάδων, αποφύσεων και αποκομμάτων τους, είναι αποτέλεσμα νομοτελών αντικειμενικών διαδικασιών-τάσεων και των αντίστοιχων υποκειμενικών τους εκφάνσεων. Ας υπενθυμίσουμε επιγραμματικά μερικές από αυτές:

Η μετάβαση του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος στο στάδιο του «παγκοσμιοποιούμενου» ιμπεριαλισμού και η επίταση της ανισομερούς ανάπτυξης μέσω του παγκόσμιου μηχανισμού εκμετάλλευσης, η παρασιτική ανάπτυξη των ισχυρότερων ως προς το κεφάλαιο χωρών μέσω της μονοπωλιακής υπερεκμετάλλευσης της πλειονότητας των πληθυσμών του πλανήτη.

Η συγκέντρωση στα ισχυρότερα κεφαλαιοκρατικά κέντρα των παραγωγικών διαδικασιών «εντάσεως κεφαλαίου» με αντίστοιχη αποκέντρωση στις εξαρτημένες χώρες των παραγωγικών διαδικασιών «εντάσεως εργασίας».

Η δυνατότητα κατακερματισμού της εργατικής τάξης μέσω της δημιουργίας «εργατικής αριστοκρατίας» (Λένιν) και η κλιμακούμενη εξαγορά εργαζομένων μισθωτών και ευρύτερων στρωμάτων του πληθυσμού των μητροπολιτικών χωρών μέσω της αποβλάκωσης του καταναλωτισμού και μηχανισμών μαζικής ενσωμάτωσης και χειραγώγησης (Μ.Μ.Ε.).

Η δυνατότητα –μέσω της ανισομέρειας– αποσόβησης ταξικών κοινωνικών εντάσεων και επαναστάσεων, η οριοθέτηση του φάσματος των διεκδικήσεων σε ένα οικονομικό και θεσμικό πλαίσιο με ακραίο ορίζοντα τον μαχητικό μεταρρυθμισμό (ρεφορμισμό), πάντα στα πλαίσια του συστήματος.

Οι πολιτικές κρατικού παρεμβατισμού και «κράτους πρόνοιας» (εν πολλοίς και υπό την πίεση του όποιου υπαρκτού σοσιαλισμού) και η εναλλαγή τους από την νέα στρατηγική της παγκόσμιας αστικής τάξης –τον «νεοφιλελευθερισμό».

Η γραφειοκρατικοποίηση, η εξαγορά, ο εκφυλισμός και η ενσωμάτωση των μηχανισμών των συνδικαλιστικών και πολιτικών φορέων της εργατικής τάξης, η έμμεση ή άμεση εμπλοκή αυτών των φορέων στους διαχειριστικούς, αντιπροσωπευτικούς και εξουσιαστικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους.

Η ενίσχυση όλων των παραπάνω με τη μακροχρόνια ειρηνική ανάπτυξη της κεφαλαιοκρατίας στις «προηγμένες» χώρες, σε κλίμα συναίνεσης, συνεργασίας των τάξεων και «εταιρικής διαχείρισης» των ανακυπτουσών «δυσλειτουργιών» του συστήματος, με την αντίστοιχη θεσμολάγνο φετιχοποίηση της «δημοκρατίας» και των «ελευθεριών» του αστικού κοινοβουλευτισμού (με όλα τα συμπαρομαρτούντα στοιχεία του εκλογολάγνου κοινοβουλευτικού κρετινισμού) κ.ο.κ.

Η ραγδαία επικράτηση της  αστικής αντεπανάστασης και της κεφαλαιοκρατικής παλινόρθωσης στις περισσότερες χώρες των πρώιμων νικηφόρων σοσιαλιστικών επαναστάσεων του 20ου αιώνα και η δραματική υποχώρηση ή (και) μετάλλαξη των δυνάμεων της αριστεράς.

Το σύνολο των δρώντων ή φυτοζωούντων σήμερα σχημάτων της αριστεράς, παρά τις όποιες αναλαμπές τους, είναι στην καλύτερη περίπτωση απολειφάδια μορφωμάτων του (ενίοτε νικηφόρου) αγώνα του παρελθόντος, είναι απομεινάρια της οπισθοφυλακής ενός ηττημένου στρατού, που φέρουν ανεξίτηλα τα στίγματα της πορείας τους, και εμμένουν στην φθίνουσα συντήρηση και αναπαραγωγή τους και μέσω της ανακύκλωσης ιδεολογημάτων. Ως εκ τούτου, το πολύ που επιτυγχάνουν, είναι (γονυπετείς συχνά) διαμαρτυρίες και αψιμαχίες οπισθοφυλακής, με όρους υποχώρησης και διάλυσης. Κατά κανόνα, τα σχήματα αυτά υποτιμούν είτε αγνοούν παντελώς την σημασία της ανάπτυξης της επαναστατικής θεωρίας, αδυνατούν να αντιμετωπίσουν κριτικά και αυτοκριτικά το παρελθόν και το παρόν τους.

Ο κανόνας αυτός επιβεβαιώνεται και μέσω των -λαμπρών συχνά- εξαιρέσεων αγωνιστών και συλλογικοτήτων, που εκ των πραγμάτων τίθενται σε μία σχέση «εντός και εκτός» των φορέων αυτής της αριστεράς, που όλο και βαθύτερα συνειδητοποιούν την ανάγκη αναστοχαστικών θεωρητικών παρεμβάσεων, χωρίς να προτάσσουν την αγεληδόν και άνευ όρων συμμόρφωσή τους με το ιερατείο κάποιου από τα παραπάνω σχήματα, είτε με την επόμενη προεκλογική «έκπληξη».

Το επαναστατικό κίνημα του μέλλοντος οφείλει να εγκύψει -με σεβασμό μεν, αλλά χωρίς δογματικές αγκυλώσεις- και να αποτιμήσει κριτικά-επαναστατικά την εξαιρετικά πολύτιμη εμπειρία όλων των συνιστωσών αυτού του ηττημένου στρατού και ιδιαίτερα την εμπειρία που συνδέεται με τις πρώιμες σοσιαλιστικές επαναστάσεις του 20ου αι., χωρίς να επιδίδεται σε τελετουργίες αγιοποιήσεων, μνημόσυνων, νεκραναστάσεων, είτε χλευαστικής-μηδενιστικής αφ’ υψηλού αποποίησης.

Είναι νωρίς για να προδιαγράψουμε την πολιτική μορφοποίηση του επικείμενου επαναστατικού κινήματος με «συνταγές για την κουζίνα του μέλλοντος» (Μαρξ), καθώς και τη θέση και το ρόλο που θα διαδραματίσουν σε αυτό άνθρωποι και συλλογικότητες των προαναφερθέντων σχημάτων.

Η προοπτική της αναγέννησης του κομμουνιστικού κινήματος σε διεθνές και εθνικό επίπεδο, προϋποθέτει την ανάπτυξη της νέας επαναστατικής θεωρίας σε επίπεδο ικανό να θεμελιώσει επαναστατικό πολιτικό πρόγραμμα (στρατηγική και τακτική), και την σύνδεση αυτής της θεωρίας με το νέο επαναστατικό κίνημα. Καμία ενωτική δράση, κανένα μέτωπο (συμπεριλαμβανομένου και αυτού της ανατροπής του νεοφιλελευθερισμού) δεν μπορεί να έχει προοπτική χωρίς θεωρητική διάγνωση των νομοτελειών της κοινωνίας, χωρίς πρόγνωση της έκβασής τους, χωρίς επιστημονικά τεκμηριωμένη στρατηγική. Στην αντίθετη περίπτωση θα έχουμε πάλι μια απ’ τα ίδια: πρακτικισμό και πολιτικό πραγματισμό με οργανωτικά σχήματα που διέπονται από το «βλέποντας και κάνοντας», που μόνο ζημιά και απογοητεύσεις προκαλούν.

            Χωρίς την δημιουργική ανάπτυξη-διαλεκτική «άρση» της κλασικής μορφής του μαρξισμού (που έχει δρομολογηθεί με το εγχείρημα της «Λογικής της Ιστορίας») είναι ανέφικτη η αναγέννηση του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος.

            Αναλυτικότερα βλ. Β. Βαζιούλιν. Η Λογική της Ιστορίας. Ζητήματα θεωρίας και μεθοδολογίας. Ελληνικά γράμματα, 2004, και την ιστοσελίδα:

 

            Δημήτρης Πατέλης

            Επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας

            Μέλος της διεθνούς ερευνητικής ομάδας «Η Λογική της Ιστορίας» και του Ομίλου για την μελέτη της επαναστατικής θεωρίας.