Χανιά
17.9.2012.
Δημήτρης Πατέλης*
Οι άνθρωποι μοιάζουν σήμερα αμήχανοι και αποσβολωμένοι με τις απανωτές
επιθέσεις που υφίστανται στον εναντίον τους κοινωνικό πόλεμο από τις Τρόικες
εσωτερικού και εξωτερικού. Ο καθεστωτικός μηχανισμός χειραγώγησης μέσω
εκλογικών παιχνιδιών δείχνει εξαιρετικά αποτελεσματικός, μιας και ο
κοινοβουλευτικός κρετινισμός έχει διαποτίσει σε ποικίλους βαθμούς ακόμα και
εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις. Ποιόν εξυπηρετεί αυτή η αμηχανία και αδράνεια;
Πόσο θα αφήσουμε να διαρκεί;
Είναι άραγε τόσο ισχυρός, είναι ανίκητος ο αντίπαλος; «Μπορείς να
νικήσεις έναν πιο ισχυρό αντίπαλο, μόνο εντείνοντας στο έπακρο τις δυνάμεις και
χρησιμοποιώντας υποχρεωτικά, με την πιο μεγάλη επιμέλεια, φροντίδα,
προσοχή και επιδεξιότητα κάθε, έστω και την ελάχιστη, «ρωγμή» ανάμεσά στους
εχθρούς, κάθε αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στην αστική τάξη διαφόρων χωρών,
ανάμεσα στις διάφορες ομάδες ή κατηγορίες της αστικής τάξης στο εσωτερικό κάθε
χώρας - όπως και κάθε, έστω και την ελάχιστη, δυνατότητα να αποκτήσεις μαζικό
σύμμαχο, έστω και προσωρινό, ταλαντευόμενο, ασταθή, αβέβαιο και συμβατικό.
Όποιος δεν το κατάλαβε αυτό, δεν κατάλαβε ούτε κόκκο από τον μαρξισμό και από
τον επιστημονικό, σύγχρονο σοσιαλισμό γενικά» (Λένιν Β. Ι . Ο Αριστερισμός,
παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, Σ.Ε., Αθήνα 2001, σ. 65).
Όσο πιο κυβερνώσα γίνεται ή θέλει να γίνει μια αριστερά, απεμπολώντας
ταξικές θέσεις και αρχές, όχι μόνο μη “εντείνοντας στο έπακρο τις δυνάμεις”,
αλλά κατευνάζοντας αντί να κινητοποιεί το λαϊκό κίνημα στην κρίση, τόσο λιγότερο αριστερά γίνεται, τόσο πιο πολύ ενσωματώνεται και
υπηρετεί το καθεστώς. Η όλο και πιο συστημική μερίδα της
εισέτι μη κυβερνώσας μεν, αλλά πρόθυμης και αδημονούσας για κυβερνητική
διαχείριση και “υπεύθυνες λύσεις” αριστεράς, περιδινίζεται
όλο και πιο βαθιά στο φαύλο κύκλο της απάτης-αυταπάτης της πάσει
θυσία παραμονής εντός ευρώ και Ε.Ε., δείχνει να βυθίζεται όλο και πιο πολύ στο
καθεστωτικό κλίμα της θεσμικής αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο κοινοβουλευτικό
παιχνίδι ερήμην του λαϊκού κινήματος, προβάροντας κυβερνητικούς ρόλους, με το “Αριστερό Ρεύμα” να λειτουργεί (εκ των πραγμάτων, θέλω να
πιστεύω - όχι από πρόθεση) ως άλλοθι της πολιτικής της ηγετικής ομάδας, ώστε να
μη διαρρεύσουν οι αριστεροί που εξακολουθούν να ευελπιστούν σε
ριζοσπαστικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Αμηχανία, αβεβαιότητα, ανασφάλεια και απογοήτευση αποπνέουν οι πράξεις
και η απραξία, οι φωνές που ακούγονται, οι ψίθυροι και η αφωνία στο
στρατόπεδο της μη συστημικής αριστεράς. Ως εναλλακτικές της απογοητευτικής ιδιώτευσης, διαφαίνονται δύο βασικά
τάσεις:
1. αυτή που βλέποντας τη συρρίκνωση λόγω της συγκυριακής εκλογικής επένδυσης στο
ΣΥΡΙΖΑ, ερωτοτροπεί με την ιδέα μιας πλεύσης με το ρεύμα, στο πνεύμα
μιας ευρύτατης συνεύρεσης κάθε αριστεράς (εκ των πραγμάτων μια σύμπλευση με το
ΣΥΡΙΖΑ χωρίς πολλά-πολλά κριτήρια και αρχές) και
2.
εκείνη που βλέπει τη λύση/φυγή από το δράμα με όρους υπαρξιακής
εσωστρεφούς περιχαράκωσης και αναδίπλωσης. Η τελευταία δείχνει να εκφράζεται με την εναγώνια αναζήτηση τώρα
πειστικού ολικού εναλλακτικού “οράματος”, “μεγάλης αφήγησης” για τον
κομμουνισμό (όχι για το “σοσιαλισμό που γνωρίσαμε”), ετεροπροσδιοριζόμενη πολωτικά,
συνειδητά ή ασυνείδητα με την πρώτη τάση, με έμφαση στην άρνηση τέτοιας
εμπλοκής στη συγκυρία, μια άρνηση, η μη ορθολογική διερεύνηση της οποίας, ωθεί
με το θυμικό σε ακραίες μορφές άρνησης κάθε εμπλοκής σε κάθε συγκυρία...
Στα πλαίσια της δεύτερης τάσης (ενδεχομένως ασυνείδητα), διατυπώνεται
τελευταία μια ολισθηρή και μάλλον επικίνδυνη ταχυδακτυλουργία: επιχειρείται
να ταυτιστεί κάθε εγχείρημα-πρόταγμα άμεσης
παρέμβασης στις δραματικές αντιφάσεις της συγκυρίας με τον χυδαίο συστημικό κυβερνητισμό της
εκφυλισμένης-πουλημένης αριστεράς, επιχειρείται να παρουσιαστεί κάθε τέτοιο
εγχείρημα ως δήθεν οπορτουνισμός-καιροσκοπισμός, που επιδιώκει δήθεν εμπλοκή
στο “εδώ και τώρα” χωρίς αρχές, όρους και όρια, αποκόπτοντας τη συγκυρία από τα
βαθύτερα καθήκοντα της εποχής και την προοπτική της επαναστατικής στρατηγικής. Αν ίσχυε αυτό το τρικ, τότε οι πιο “συστημικοί”
θα ήταν όλοι οι επαναστάτες που άφησαν παρακαταθήκες στο επαναστατικό κίνημα
μέσα ακριβώς από (νικηφόρες και ηττημένες) παρεμβάσεις σε ανεπίλυτες αντιφάσεις
του συστήματος, σε κρισιακές, επαναστατικές κ.ο.κ. συγκυρίες. Από πότε και
βάσει ποιας επαναστατικής θεωρίας αναγορεύεται η παραίτηση-αποστασιοποίηση από
την εμπλοκή στην κρισιακή συγκυρία ως κριτήριο
επαναστατικής συνέπειας; Ακριβώς αυτή την παραίτηση όριζαν τόσο ο Μαρξ
όσο και ο Λένιν βασικό σύμπτωμα ηθικοπολιτικής αυτοκτονίας
και αποστασίας των επαναστατών, όχι σε
αποσπασματικά χωρία, αλλά σε όλο το θεωρητικό και πρακτικό τους έργο. Έτσι
αντιμετώπισαν οι Μαρξ και Ένγκελς τους ηγέτες των “υπεραριστερών”
σεχταριστών της “Ένωσης κομμουνιστών” Βίλλιχ και Σάππερ και τα φραστικά “παιχνίδια” με την επανάσταση: “Ενώ
εμείς λέμε στους εργάτες: έχετε να
περάσετε από 15, 20, 50 χρόνια εμφύλιου
πόλεμου, ώστε να αλλάξετε την κατάσταση
και να διαπαιδαγωγηθείτε για την άσκηση της εξουσίας, [εκείνοι] τους λένε:
πρέπει να πάρουμε την εξουσία αμέσως,
αλλιώς μπορούμε κάλλιστα να πάμε στο κρεβάτι μας” (Από τα Πρακτικά της συνάντησης για την
κεντρική διεύθυνση [της Κομμουνιστικής Λίγκας]
στις 15 Σεπτεμβρίου 1850, στο Marx-Engels, Collected
Works, vol.10, pp.626).
Όλη η διάλυση της Β' Διεθνούς, η αποστασία
των Κάουτσκι, Πλεχάνοφ,
μενσεβίκων κ.ο.κ.,
δεν είχε να κάνει με έλλειμμα αφηγήσεων, οραματικού λόγου και υποσχέσεων
στην ανθρωπότητα στις παραμονές της μεγάλης παγκόσμιας κρίσης και του
παγκοσμίου πολέμου, αλλά με το τι έκαναν όλοι αυτοί στην πρακτική της ταξικής
πάλης στην κρίσιμη συγκυρία. Το κεφαλαιώδες
λοιπόν, δεν είναι μια αφηρημένη διακήρυξη του συνθήματος του μέλλοντος, αλλά ο
συγκεκριμένος αγώνας για την κατάκτηση-δημιουργία των θεωρητικών, πρακτικών,
οργανωτικών μέσων και τρόπων επίτευξης του στρατηγικού σκοπού, ιδιαίτερα όταν
οι «ρωγμές» της γενικευμένης κρίσης του συστήματος μπορούν να γίνουν πύλες για
την επαναστατική ανατροπή των συσχετισμών δυνάμεων και του ρου της
ιστορίας.
Μια αναγκαία διευκρίνιση: καιροσκοπισμός-οππορτουνισμός δεν είναι η όποια εμπλοκή-παρέμβαση στη συγκυρία, αλλά εκείνος ο
τύπος παρέμβασης που γίνεται χωρίς αρχές, χωρίς διάγνωση των αντικειμενικών και
υποκειμενικών όρων, συσχετισμών και διακυβευμάτων της
εποχής-συγκυρίας, χωρίς τη βέλτιστη συνειδητή υπαγωγή αυτής της εμπλοκής στο
στρατηγικό σκοπό της κομμουνιστικής ενοποίησης της ανθρωπότητας. Είναι ο τακτικισμός, η σπουδή για
διαχειριστική εμπλοκή-προσαρμογή στο αστικό σύστημα, με τους όρους του
τελευταίου, είναι η άμβλυνση του ταξικού αγώνα αντί για την συνειδητή και
οργανωτική αναβάθμισή του, είναι ο κατακερματισμός και η απουσία
οργάνωσης-συντονισμού του κινήματος στην κρίσιμη φάση του αγώνα, είναι απουσία
επαναστατικής θεωρίας και αντίστοιχης συνειδητής στάσης, που καταλήγει σε
συνδιαλλαγή, σε πρόθυμη υποταγή των συμφερόντων της μισθωτής εργασίας σε αυτά
των αστών, των εθνικών και υπερεθνικών τους οργάνων, με αντίστοιχη μετάθεση του
αγώνα για ριζικό επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, για το
σοσιαλισμό-κομμουνισμό στο απροσδιόριστο μέλλον. Οφείλουμε λοιπόν να διαχωρίζουμε την προσαρμοστική προθυμία για
συμβιβασμούς χωρίς αρχές και στρατηγική των οππορτουνιστών
από τις συμφωνίες και τους τακτικούς συμβιβασμούς βάσει αρχών. Χωρίς τα
τελευταία είναι ανέφικτη η διεξαγωγή πραγματικής (όχι φανταστικά “καθαρής”)
ταξικής πάλης.
Τυπική περίπτωση καιροσκοπισμού-αποστασίας, είναι και η μη εμπλοκή στη
μοναδική κρισιακή συγκυρία (με το προκάλυμμα εκδοχών
“ορθοδοξίας” και “επαναστατικής καθαρότητας” κ.ο.κ.),
που επιτρέπει στην καθεστωτική αντίδραση να αλωνίζει…
Για τους πραγματικούς επαναστάτες, το πρόβλημα
δεν είναι λοιπόν η απριόρι παραίτηση-αποστασιοποίηση από κάθε παρέμβαση στη
συγκυρία, αλλά η επιλογή των εκάστοτε βέλτιστων για τις προοπτικές της
επανάστασης και του κομμουνισμού όρων εμπλοκής του επαναστατικού κινήματος και
ιδιαίτερα της όποιας πρωτοπορίας του (εντός ή εκτός εισαγωγικών).
Κάθε άλλη τοποθέτηση -εκούσια ή ακούσια- είναι επικίνδυνη και μπορεί να
αποβεί ολέθρια για το κίνημα.
Η σημερινή δομική κρίση της κεφαλαιοκρατίας (που συνδέεται οργανικά με διαρθρωτικές αλλαγές στις παραγωγικές
δυνάμεις και στις σχέσεις παραγωγής του συστήματος του παγκοσμιοποιημένου
ιμπεριαλισμού, και με τις ιστορικές επιπτώσεις της αντεπανάστασης και της
κεφαλαιοκρατικής παλινόρθωσης στις περισσότερες χώρες του πρώιμου σοσιαλισμού
του 20ου αιώνα), παρέχει τη δυνατότητα να διερευνηθεί το περιεχόμενο της ιστορικής
εποχής, οι αντιφάσεις, οι κινητήριες δυνάμεις και οι προοπτικές του εν λόγω
συστήματος σε τοπικό, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά η επαναστατική θεωρία δεν είναι μια «καθαρή» επιστήμη, δεν είναι
ένα ακαδημαϊκό ζήτημα. Οι επαναστάτες δεν έχουν το δικαίωμα και την πολυτέλεια να
παρακολουθούν ως απαθείς θεατές, τον εν εξελίξει κοινωνικό πόλεμο και τη
δημογραφική καταστροφή των λαών, χωρίς να συμβάλλουν θεωρητικά και πρακτικά
στον αγώνα.
Αυτές οι αντιφάσεις, εκδηλώνονται πιο ανάγλυφα στους «αδύναμους κρίκους»
του συστήματος, όπου η κατάσταση, η συγκυρία (ως χωροχρονική
συμπύκνωση της ιστορικής εποχής) απαιτεί την ανάπτυξη ενός μετώπου μάχης, ενός
επαναστατικού κινήματος, με βάση τις θεμελιώδεις ανάγκες ζωτικής σημασίας, για
την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων, σε ένα αντι-ιμπεριαλιστικό
αγώνα, για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση, για τον εκδημοκρατισμό,
εναντίον των πιο επιθετικών δυνάμεων του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου,
εναντίον των νέων μορφών αποικιοκρατίας.
Μέσα από αυτό
το θεωρητικό και πρακτικό αγώνα είναι που θα δρομολογηθεί μια πολύ σημαντική
ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, σε μια διαδικασία ωρίμανσης του επαναστατικού
υποκειμένου για την ενοποίηση της ανθρωπότητας.
Η συγκυρία αυτή, στον πιο αδύναμο κρίκο της περιφέρειας της ευρωζώνης,
μπορεί να εξελιχθεί:
α) σε ελπιδοφόρο προεξεγερσιακή-προεπαναστατική,
αν ευοδωθεί η σύμπηξη ενός ευρύτατου μετώπου μάχης βάσει βραχυ-μεσοπρόθεσμων προταγμάτων (με αιχμή την πάλη για άρνηση του χρέους, έξοδο από ευρώ-Ε.Ε. κ.ο.κ.), ικανών να συνεγείρουν ένα πλατύ
πλειοψηφικό λαϊκό κίνημα ανατροπής του καθεστώτος, κλιμακώνοντας στη σωστή για το επαναστατικό κίνημα κατεύθυνση, τη
ριζοσπαστικοποίησή του, πείθοντας για την προοπτική, ή
β) σε φρικαλέα αντεπανάσταση με εκφασισμό όλου του καθεστώτος, μετά
από πανωλεθρία του ασύντακτου και κατακερματισμένου κύματος ασυνείδητης και
ανοργάνωτης (άρα ευάλωτης) οργής και αγανάκτησης.
Τέτοιες κρισιακές συγκυρίες, δεν εμφανίζονται συχνά στην ιστορία
μιας χώρας ή περιφέρειας χωρών. Είναι μοναδικές. Συνιστούν σπανιότατο ιστορικό
φαινόμενο, δεδομένου ότι τέτοιες συγκυρίες ενδέχεται να προκύπτουν με συχνότητα
μία ανά μισό ή και έναν αιώνα. Ως εκ τούτου,
είναι εξαιρετικά πολύτιμες, ως προς το κατ' αρχήν ανεξέλεγκτο για τους “επάνω”
δυναμικό τους και ως προς τις εκ διαμέτρου αντίθετες κατευθύνσεις-εκβάσεις του
φάσματος δυνατοτήτων που περικλείουν, ως συμπυκνώσεις χωροχρονικές
και ρηγματώσεις της ιστορικής εποχής. Κατευθύνσεις επαναστατικές
και αντεπαναστατικές. Ο λαός μας βίωσε την ήττα σε δύο
επαναστάσεις-αντεπαναστάσεις (ή δύο φάσεις μιας ενιαίας επαναστατικής
διαδικασίας) στη δεκαετία του 1940-50, και άλλες τραγικές καμπές. Τουλάχιστον
τότε πολέμησε με αξιοπρέπεια και ηττήθηκε από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις.
Αν
επιτρέψουμε να πάει χαμένη και αυτή η κρισιακή
συγκυρία, αν αφήσουμε ανενόχλητο το παραπαίον καθεστώς να ανακτήσει τον έλεγχο
και την ηθικοπολιτική ηγεμονία, αν επιτρέψουμε στη
μαύρη φασιστική αντίδραση να γιγαντωθεί και να συντρίψει κάθε ίχνος κινήματος, ακιζόμενοι φιλάρεσκα στην “καθαρότητα” της φραστικής
ορθοδοξίας μας και αλληλοκανιβαλιζόμενοι, αφήνοντας
στον αδίστακτο αντίπαλο την πλήρη πρωτοβουλία κινήσεων στο πεδίο του
πραγματικού συσχετισμού δυνάμεων, ειλικρινά, δεν θα υπάρχει ούτε άλλοθι ούτε
δικαιολογία απέναντι στις επόμενες γενιές που θα την πληρώσουν για αυτή την
αυτοκτονική προδοσία-αποστασία μας από το κίνημα.
ΠΡΟΣΟΧΗ λοιπόν! Έχουμε καθυστερήσει επικίνδυνα. Το δίλημμα
τίθεται αμείλικτο: τάχιστη και βέλτιστη συγκρότηση νικηφόρου μετώπου (που θα
είναι και αντιφασιστικό) ή θάνατος!
Σήμερα γίνεται πιο έκδηλη η
καταστροφική για το κίνημα εργαλειακή-χρησιμοθηρική
σχέση προς τη θεωρία που καλλιέργησαν επί δεκαετίες φορείς της αριστεράς. Μια σχέση η οποία ανάγεται σε παράθεση αποσπασματικών χωρίων δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν…, από κάθε κλασικό
ή μη θεωρητικό (εντός ή εκτός εισαγωγικών) προς επιστημονικοφανή
(προπαγανδιστική) επένδυση των εκάστοτε ειλημμένων αποφάσεων της όποιας
ηγεσίας, αρκεί η τελευταία να προβάλλει με την εσαεί “σωστή γραμμή”… Το τι
ακούγεται στις μέρες μας στο όνομα της διαλεκτικής και του μαρξισμού-λενινισμού
δεν περιγράφεται... Είναι κεφαλαιώδους σημασίας σήμερα η συνειδητή
αποστασιοποίησή μας από αυτήν την καταστροφική για το κίνημα εργαλειακή-χρησιμοθηρική σχέση προς τη θεωρία – θεραπαινίδα
των εκάστοτε ειλημμένων αποφάσεων της όποιας ηγεσίας, με την εσαεί “σωστή
γραμμή”… Είναι επιτακτική ανάγκη η δημιουργική ανάπτυξη-διαλεκτική άρση του
κεκτημένου της επαναστατικής θεωρίας, πέρα από δογματισμούς, στερεότυπα και
αγκυλώσεις, πέρα από καιροσκοπικές αναθεωρήσεις και “ανανεώσεις” με
ιδεολογήματα του αστισμού, για τη διάγνωση-πρόγνωση μιας πρωτόγνωρης εποχής και
συγκυρίας.
Η πρωτόγνωρη συγκυρία και εποχή, εντός των οποίων καλούμαστε να δράσουμε
συνειδητά, απαιτούν αυτοτελή και θεμελιώδη
ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας και μεθοδολογίας, ώστε αυτή -μέσω της αντικειμενικής περιγραφής, εξήγησης και
πρόγνωσης, μέσω του όλο και πιο συγκεκριμένου θετικού προσδιορισμού του σκοπού,
της κομμουνιστικής ενοποίησης της ανθρωπότητας (πέρα από εκδοχές επιφανειακών
αρνητικών ετεροπροσδιορισμών, αφηρημένων “αντικαπιταλισμών” κ.ο.κ.)-
να λειτουργεί ως οδηγός για τη στρατηγική προοπτική και τις
αντίστοιχες βέλτιστες τακτικές κινήσεις, για τη συνειδητή οργάνωση των μέσων
και των τρόπων διεξαγωγής του αγώνα, για την κατάκτηση της πρωτοβουλία των
κινήσεων από το επαναστατικό υποκείμενο και όχι από τον αντίπαλο, που με
απανωτά στοχευμένα πλήγματα μας σέρνει ως απολολώτα πρόβατα επί σφαγή.
Χρειάζεται άραγε να συμφωνήσουμε σε όλα για να συμπήξουμε νικηφόρο
κίνημα ανατροπής του καθεστώτος; Κάθε άλλο. Μέτωπο
σημαίνει: κτυπάμε μεν μαζί στα επιτακτικά & ζωτικής σημασίας βραχυμεσοπρόθεσμα που συμφωνούμε, επιφυλασσόμεθα
δε, συζητάμε, κάνουμε ζύμωση, παλεύουμε για τα περαιτέρω. Δεν συγκαλύπτουμε, δεν κουκουλώνουμε τις όποιες διαφωνίες, αλλά τις
αναδεικνύουμε, με πλήρη σεβασμό στους συντρόφους μας που είναι φορείς τους,
κτίζοντας συντροφικές σχέσεις ανεξιγνωμίας και
συναγωνιστικότητας. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας:
α. η σαφήνεια στη διατύπωση των θέσεων-απόψεων, ώστε να καταστούν σαφή και τα πλαίσια της
όποιας συμφωνίας ή διαφωνίας, ώστε να δούμε
στην κρίσιμη φάση τι πραγματικά μας ενώνει και τι μας χωρίζει,
β. η σαφής διατύπωση των άμεσων βραχυμεσοπρόθεσμων,
μεταβατικών στόχων παρέμβασης, όχι στο
απροσδιόριστο μέλλον, αλλά ακριβώς στο πλέγμα
αντιφάσεων της συγκυρίας που καθιστά ευάλωτο και αδύναμο το καθεστώς, που
παρέχει τις βέλτιστες δυνατότητες αλλαγής των συσχετισμών με κλιμάκωση της
ριζοσπαστικοποίησης και αγωνιστική διαπαιδαγώγηση του λαού,
γ. η δημιουργία κλίματος-ατμόσφαιρας εμπιστοσύνης, καλής προαίρεσης,
άρσης κάθε καχυποψίας και όλων των συσσωρευμένων φορτίσεων (που καθιστούν ενίοτε το διάλογο με τον ταξικό αντίπαλο πιο εύκολο από
το διάλογο μεταξύ -κατά τα λοιπά- ομοϊδεατών)…
δ. η συγκρότησή
του βάσει των αρχών της αιρετότητας, της εκ
περιτροπής εναλλαγής, του διαρκούς ελέγχου από τα κάτω, της λογοδοσίας και της ανακλητότητας. Της βέλτιστης δημοκρατικής και
αποτελεσματικής-μάχιμης λειτουργίας σε όλα τα επίπεδα, ώστε να αίρονται και
οργανωτικά οι πιθανότητες επιβολής, καπελώματος, μικροκομματικών παιγνίων κ.ο.κ. και οι αντίστοιχες παραλυτικές καχυποψίες και
κωλυσιεργίες.
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο και ανέφικτο, σχέσεις αυτού του τύπου
δομούμε με εξαιρετική επιτυχία εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον, στα πλαίσια
των Ομίλων Επαναστατικής Θεωρίας (βλ. http://www.omilos.tuc.gr/). Και είναι καταλυτική η σημασία των κομμουνιστών σε αυτές τις
σχέσεις.
Σχέσεις ευνοϊκές για τέτοια μετωπική προοπτική δεν δομούνται, αν σε
δημόσιες παρεμβάσεις συντρόφων, έστω και εκ παραδρομής, διατυπώνονται θέσεις
και υπαινιγμοί, που επιτρέπουν να ερμηνεύεται το ίδιο το (ζωτικής σημασίας για
την επιβίωση του λαού σε συνθήκες κοινωνικού πολέμου με όρους γενοκτονίας)
εγχείρημα της μετωπικής παρέμβασης ως ομοειδές με το χυδαίο συστημικό
κυβερνητισμό της εκφυλισμένης-πουλημένης αριστεράς.
Κατανοώ την κρισιμότητα της συγκυρίας και το βίωμα της ματαίωσης που
δοκιμάσαμε όλοι, όσοι πονάμε για την εκλογική συρρίκνωση της αντικαθεστωτικής
αριστεράς. Ας μην αφήσουμε αυτό το βίωμα να γίνει οδηγός για σεχταριστική
περιχαράκωση και περαιτέρω συρρίκνωση της απήχησης των κομμουνιστικών προταγμάτων.
Το δίλημμα
σήμερα δεν έχει τη μορφή της μεταφυσικής-αντιδιαλεκτικής
αποκλειστικής διάζευξης: “είτε συγκρότηση του κομμουνιστικού πόλου-κόμματος,
είτε μετωπικά ανοίγματα”. Η διαλεκτική, η “άλγεβρα της επανάστασης” (Για
να θυμηθούμε τον Γκέρτσεν και το Λένιν), αποκλείει
τέτοια μεταφυσικά και τελικά καταστροφικά διλήμματα σε αυτή τη συγκυρία.
Ακριβώς, μόνο μέσα από τη μετωπική κλιμάκωση του αγώνα και παράλληλα με
αυτή μπορεί και οφείλει να ανασυνταχθεί, να επαναθεμελιωθεί
και να αναδειχθεί η οργάνωση και η επαναστατική προοπτική του
κομμουνισμού-διεθνισμού της εποχής.
Επιπλέον: η διεθνής ιστορική εμπειρία (της πρόσφατης ελληνικής
συμπεριλαμβανομένης) δείχνει ότι μέτωπο μάχης με επαναστατική προοπτική δεν
γίνεται:
α) ως δήθεν μέτωπο, που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο
από παρωδία μετώπου, αυτόκλητο περιχαρακωμένο Ι.Χ. “μετωπικό” σχήμα-υποχείριο
ενός παγιωμένου κομματικού μορφώματος-μηχανισμού.
β) χωρίς την πολύμορφη και πολύτιμη ενεργό, συνειδητή και πρωτοπόρο
συμμετοχή σε αυτό (όχι καπελωτική-χειραγωγική, αλλά με πλήρη σεβασμό στη σχετική αυτοτέλεια
του Μετώπου) του κόσμου της αριστεράς, και ιδιαίτερα αγωνιστών, συλλογικοτήτων
και φορέων της κομμουνιστικής (κομμουνιστογενούς, κ.ο.κ.) αριστεράς. “Μέτωπο” που δομείται χωρίς και εναντίον αυτής της αριστεράς, ανοίγει
το δρόμο για χειραγώγηση της οργής και της δυσαρέσκειας από την άκρα δεξιά, από
κρατικούς και παρακρατικούς μηχανισμούς, ευνοώντας τελικά τον εκφασισμό του
συστήματος με όρους κινήματος.
γ) χωρίς ενιαίο συντονισμό, διάταξη μάχης, οργάνωση και στοχευμένη συνειδητή κλιμάκωση του αγώνα με το βέλτιστο
τρόπο, χωρίς συντεταγμένη περιφρούρηση από την επικείμενη κλιμάκωση της
καταστολής από κρατικές και παρακρατικές δυνάμεις κρούσης, από τον επελαύνοντα γενικευμένο εκφασισμό του καθεστώτος.
Η ίδια η επιλογή της μετωπικής συγκρότησης του αγώνα στην
εποχή-συγκυρία, δεν είναι θέμα γούστου ή απότοκο “χαλαρότητας των αρχών”
ορισμένων, αλλά επιτακτική ανάγκη, την οποία μπορεί να διαγνώσει ο επαναστάτης
μέσα από επιστημονική έρευνα των αντικειμενικών και υποκειμενικών όρων
(πρωτίστως της ιδιοτυπίας της σύνθεσης, της κατάστασης και των προοπτικών της
εργατικής τάξης, της μισθωτής εργασίας τοπικά, περιφερειακά και παγκόσμια), των
συσχετισμών δυνάμεων, του χαρακτήρα των κινητηρίων δυνάμεων και των διακυβευμάτων του σήμερα.
Για μια διεξοδικότερη αναφορά στην πολιτική, την εποχή και τη συγκυρία:
Η πολιτική ως μορφή
κοινωνικής συνείδησης και πρακτικής.//Περίληψη διάλεξης (Χανιά – 12/09/2012). http://www.ilhs.tuc.gr/gr/arthra.htm
On
the Historical Specificity of the current stage of Capitalism and on the nature
of the Era.// CONGRESSO
INTERNACIONAL MARX EM MAIO 3, 4, 5 MAIO 2012. FACULDADE DE LETRAS DA
UNIVERSIDADE DE LISBOA. http://www.ilhs.tuc.gr/en/articles0.htm κ.ά.
* Ο Δ. Πατέλης διδάσκει φιλοσοφία στο Πολυτεχνείο Κρήτης. Είναι μέλος της Διεθνούς ερευνητικής ομάδας “Η Λογική της Ιστορίας” και του “Ομίλου Επαναστατικής Θεωρίας”.